«Η ποίηση δεν ανήκει σ’ αυτούς που τη γράφουν αλλά σ’ αυτούς που την έχουν ανάγκη»

Π. Νερούντα

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Η επίσημη ιστοσελίδα για το Ρίτσο

Για να μεταβείτε στην επίσημη Ιστοσελίδα για τον ποιητή, πατήστε εδώ.

Σόνια Ιλίνσκαγια-Αλεξανδροπούλου Τι είδους ελληνικότητα απασχολούσε τον Ρίτσο τις δύο πρώτες δεκαετίες της ποιητικής του πορείας;


Περίληψη

Τι είδους ελληνικότητα απασχολούσε τον Ρίτσο στη διάρκεια της μακράς ποιητικής πορείας του; Στο πεδίο των ραγδαίων πνευματικών και καλλιτεχνικών εξελίξεων που διαμόρφωναν τη φυσιογνωμία της γενιάς του 1930, περίπτωση του Ρίτσου ξεχωρίζει. Η προσπάθεια «μιας βαθύτερης πολιτισμικής αυτογνωσίας» (Ε. Καψωμένος) που καταβάλλουν οι Έλληνες μοντερνιστές, καλλιεργώντας, παράλληλα με τις ανατρεπτικές αναζητήσεις της μορφής, και την ιδέα ελληνικότητας, στο δικό του έργο έχει μια ιδιόμορφη διαδρομή. – Στις δύο πρώτες συλλογές του (Τρακτέρ, 1934, Πυραμίδες, 1935) δεσπόζει –κόντρα στη γενική ατμόσφαιρα κατάθλιψης– η ρομαντική έξαρση κοινωνικού οραματισμού: ενθουσιώδης ενατένιση ενός νέου ορίζοντα ζωής, στιχουργική δεξιοτεχνία στο μορφικό πλαίσιο της ποιητικής παράδοσης, αλλά και εικονοπλασία κοσμογονικής πνοής – με ίχνη επίδρασης του Μαγιακόφσκι. – Τα αμέσως επόμενα χρόνια σημαδεύονται με τα πρώτα βήματα του Ρίτσου προς τη στιχουργική και θεματική ανανέωση (1935-1937) που ακριβώς τότε εντυπωσιακά κέρδιζε έδαφος στην ελληνική ποίηση υπό τη σημαία του μοντερνισμού. Ο Επιτάφιος (1936) εμφανίζεται σαν παρέκκλιση από τη στροφή στη νέα τεχνοτροπία, αλλά εισάγει άλλα πρωτότυπα στοιχεία. Ίσως χάρη στη σύλληψη της ιδέας μέσα από μια εικόνα (φωτογραφία της μητέρας που θρηνεί τον δολοφονημένο στη διαδήλωση γιό της), η πρώτη κίνηση για μια επικαιρική ανταπόκριση οδηγείται σε καθολικότερο, με διαχρονικές διαστάσεις, επίπεδο θεώρησης. Η προσφυγή στη δημοτική παράδοση εξυπηρετεί τους στόχους που αργότερα θα αναλαμβάνουν τα μυθολογικά μοντέλα. Όπως ομολογούσε έπειτα ο ίδιος (1972), με τον τρόπο αυτό το άμεσο γεγονός «επεκτείνεται συνειρμικά κι αισθητικά σ’ έναν άπειρο χρόνο ιστορικό, μυθικό, εσωτερικό προς τα πριν και τα μετά». Η διείσδυση που επιχειρεί ο Ρίτσος στον λαϊκό βίο, τη λαϊκή συνείδηση, τη λαϊκή γλώσσα και ποιητική, είναι μια δική του συνεισφορά στην έρευνα της ελληνικότητας. Το ελευθερόστιχο Τραγούδι της αδελφής μου (1936-1937) που δηλώνει πλέον ρητά τη μετάβαση του Ρίτσου και στον ελεύθερο στίχο και στον λυρικό ποιητικό λόγο, έχει και ένα διαφοροποιό προς τους εισηγητές της νεοτερικής ποίησης στην Ελλάδα στοιχείο. Ο Ρίτσος στο Τραγούδι της αδελφής μου και ο Βρεττάκος στην Επιστολή του κύκνου ήταν οι πρώτοι που έγραψαν σε ελεύθερο στίχο εκτενή συνθετικά ποιήματα (Α. Αργυρίου). Το συναισθηματικό ξέσπασμα του Ρίτσου στο Τραγούδι της αδελφής μου εκφράζει σε χείμαρρο λυρικών καταθέσεων το οικογενειακό δράμα του ποιητή, το ψυχικό ράγισμα της αδελφής του που του είχε σταθεί στοργικός φύλακας-άγγελος στις σκληρές δοκιμασίες, την απελπισία του, αλλά τελικά την ελπίδα, την εμπιστοσύνη στην ισχύ του Ήλιου, ικανού να ζωογονεί τις δυνάμεις της φύσης και του ανθρώπου, να τροφοδοτεί τη Δημιουργία. Το αποκαλυπτικό άνοιγμα προς τον εξομολογητικό μονόλογο που εισχωρεί στο πεδίο της συζητούμενης ελληνικότητας, είχε συντελεστεί. Τα ακόλουθα δύο συνθετικά λυρικά ποιήματα του Ρίτσου –Εαρινή συμφωνία (1937-1938) και Το εμβατήριο του ωκεανού (1939-1940)– είναι το «αστείρευτο άσμα» για την αγάπη και την ομορφιά της ζωής, που αναβλύζουν «απ’ τη πληγή», για το «ρίγος της αιώνιας διάρκειας». Η λατρεία του εθνικού φυσικού χώρου, ένας από τους βασικούς τόπους στον κανόνα της ελληνικότητας, έχει σ’ αυτά τα έργα πολύ σημαντική θέση και παρουσιάζει αρκετά σημεία σύγκλισης με το εκρηκτικό ποιητικό ξεκίνημα του Ελύτη. Η μέθη της νιότης και του έρωτα, η ασυγκράτητη δίψα της ζωής, η αίσθηση ευδαιμονίας εναρμονίζονται με το φυσικό περιβάλλον όπου κυριαρχούν οι βασικές μεσογειακές συνισταμένες – ο ήλιος και η θάλασσα. Άλλο κοινό σημείο, επίσης πυλώνας της ελληνικότητας, είναι, το μοτίβο του ταξιδιού, και σ’ αυτό πολύ ενδεικτική είναι η σύγκληση του Ρίτσου (Εμβατήριο του ωκεανού) με τον Σεφέρη (Μυθιστόρημα και σειρά ποιημάτων που δημοσιεύονται το 1938 στα Νέα Γράμματα και θα συμπεριληφθούν το 1940 στο Ημερολόγιο καταστρώματος). Το ταξίδι, ο δρόμος λειτουργούν ως σύμβολα της πορείας, ατομικής και συλλογικής, του Ελληνισμού, που στον Ρίτσο προβάλλει προς το παρόν περισσότερο στη μυθοποιούμενη, συμβολική διάσταση, ενώ στον Σεφέρη είναι πολύ αισθητός ο ιστορικός, φιλοσοφικός αναστοχασμός, χρωματισμένος με οδύνη. Εκείνο που διαφοροποιεί ουσιαστικά τις καταθέσεις ελληνικότητας του Ρίτσου από τις αντίστοιχες των ομότεχνων νεοτεριστών της γενιάς του, είναι το βαθιά ριζωμένο στην εθνική πραγματικότητα βίωμα (που εμπεριέχει και τη βιωμένη σχέση με τη λαϊκή παράδοση), βίωμα άμεσο και ένθερμο, φλεγόμενο από ασίγαστο όραμα που δεν επιβάλλεται πλέον, αλλά υποβάλλεται – και λόγω των έκτακτων καταστάσεων της δικτατορίας του Μεταξά, αλλά και των μεταβολών στην ποιητική του κοσμοθέαση, με νέου τύπου νοηματοδότηση των μηνυμάτων. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στις εσωτερικές διεργασίες ενός νέου ανθρώπου, ενός εκκολαπτόμενου ποιητή, στα υπαρξιακής υφής προβλήματα που ορθώνονται μπροστά του. Οι μορφές του Ήλιου που καλεί σε δραστήρια στάση ζωής και του Ωκεανού που συμβολίζει την αιώνια κίνηση και δε γνωρίζει υποταγή «στη νύχτα και στον ύπνο», αποτελούν κλειδιά της ποιητικής δημιουργίας του Ρίτσου στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, όπου φανερώνεται και στεριώνει η γόνιμη «σύζευξη πρωτοπορίας και παράδοσης» (διατύπωση του Ε. Καψωμένου). Σε συνέχεια στην ανακοίνωση θα εξεταστούν οι μεταμορφώσεις στην ερμηνεία της ελληνικότητας που σημειώνονται στη δημιουργία του Ρίτσου κατά την κατακλυσμιαία δεκαετία του 1940 και έπειτα στην ακόλουθη, την πλέον ώριμη, περίοδο του ποιητικού του γίγνεσθαι.

Πηγή: Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών  http://www.eens.org

Σόνια Ιλίνσκαγια: Γιάννης Ρίτσος-Αναζητήσεις στην πορεία ενός οράματος

assets_LARGE_t_420_2401083_type11495 
Πηγή: Ουτοπία Νο 1, σελ 111-126
αρχείο λήψης (1)Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνω μια δημόσια ομιλία για το Γιάννη Ρίτσο. Πρώτη φορά όμως αντιμετωπίζω το έργο του σαν ένα τετελεσμένο πια γεγονός με τον ίδιο τον ποιητή να έχει περάσει πλέον στην ιστορία. Οι περιστάσεις πιστεύω επι­βάλλουν μια θεώρηση όχι γενική, απολογιστική, αλλά ερευνητική, απαλλαγμένη από κάποια έτοιμα κλισέ, τίτλους τιμής, εύκολους ενθουσιασμούς και εύκολες επικρί­σεις. Είναι χρέος και της κριτικής και της φιλολογικής επιστήμης απέναντι σε ένα έργο εξαιρετικά μεγάλων διαστάσεων (με την πολλαπλή σημασία αυτής της λέξης), που, φοβάμαι, σε ένα σημαντικό βαθμό παραμένει απροσπέλαστο.
Επιλέγοντας το θέμα της σημερινής μου ομιλίας, φροντίζοντας για την απα­ραίτητη περιχάραξη του, θέλησα να προσεγγίσω έναν από τους κυρίαρχους άξονες της δημιουργίας του Ρίτσου, ένα ιδιαίτερο δικό της στίγμα. Εννοώ την πορεία του οράματος του, την οποία δε θα προσπαθήσω βέβαια να την καλύψω σε όλο της το φά­σμα, θα σταθώ σε μερικές μόνο πτυχές καλλιτεχνικής σύλληψης – με αναλυτική διά­θεση που ίσως κάποιες στιγμές θα σας φανεί και σχολαστική.
Ο Ρίτσος ανήκει στους ποιητές που έχουν μεγάλο όραμα, καθολικό και δυνα­μικό. Όραμα κοινωνικής αλλαγής του κόσμου. Αυτό εμπνέει σταθερά όλη την ποιη­τική πορεία του, αλλά ταυτόχρονα εξελίσσεται και εμπλουτίζεται μέσα απ’ αυτή την πορεία. Όταν ξεκινούσα, ήμουν σίγουρος, ότι θ’ αλλάξω τη ροή της ζωής, – είχε πει σε έναν συμπατριώτη του Αρμένη πεζογράφο τον Ουίλιαμ Σαρογιάν. – Εκτιμώ πολύ την προσπάθεια του Τολστόι ν’ αλλάξει τον κόσμο. Αντί ν’ αλλάξει τον κόσμο, άλ­λαξε ο ίδιος ο Τολστόι. Μου αρέσει, όταν ο συγγραφέας αλλάζει κατ’ αυτόν τον τρό­πο. Όταν το διάβαζα, σκέφτηκα το Ρίτσο. Έχω την εντύπωση πως τον εκφράζει πολύ ουσιαστικά μια τέτοια προσέγγιση. Ίσως βρίσκει στο Ρίτσο μια πολύ χαρακτηριστι­κή περίπτωση δημιουργού που ξεκίνησε με την αγέρωχη νεανική πίστη πως είναι “ζευγάς της νέας σποράς” και πως στο όνομα του “ο αιώνας μας ακέριος θ’ αντηχάει”, και ο αιώνας πράγματι για πολλές δεκαετίες αντηχούσε στο έργο του με όλες τις διακυμάνσεις των ιστορικών του αλλαγών, των ιδεολογικών και ψυχολογικών του μεταπτώσεων.
Το καλλιτεχνικό κατόρθωμα του Ρίτσου είναι ο στοχαστικός έλεγχος που άφηνε να του ασκούν τα πράγματα, δοκιμάζοντας τις ιδέες του, τη σκέψη του, το λό­γο του. Αυτή η παρέμβαση διέσωζε τελικά τη βαθύτερη αλήθεια των ποιητικών του καταθέσεων από την υποταγή σε όποια σχήματα και δόγματα. Μερικές απ’ αυτές τις στιγμές θα σας πρότεινα να αναδείξουμε απόψε με την επιλεκτική βυθομέτρηση του ποιητικού κόσμου του Ρίτσου, θα προσεγγίσουμε τρία έργα του – τη Ρωμιοσύνη, του Φιλοκτήτη και το Τερατώδες αριστούργημα.Θα ξεκινήσουμε, βέβαια, από τη Ρωμιο­σύνη, που γράφτηκε ανάμεσα στο 1945-1947.

Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)

Γιάννης Ρίτσος

Ritsos
Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)
Όσο περνάν τα χρόνια τόσο οι παλιοί γνωστοί μας απομακρύνονται ο ένας απ’ τον άλλον. Οι άνθρωποι γίνονται περισσότερο κοινωνικοί και λιγότερο ανθρώπινοι. Χάνουν τις ιδιομορφίες τους, τα ιδιαίτερα προτερήματα και τα ελαττώματά τους· σχεδόν ισοπεδώνονται. Οι φιλίες μαραίνονται.
(…)
Και το περίεργο είναι πως εξωτερικά, στη συμπεριφορά τους, οι άνθρωποι μοιάζουν περισσότερο (ακόμη και στα κοστούμια τους και στη χτενισιά τους), σα να καταργηθήκανε οι διαφορές τους, κι όμως τώρα ακριβώς νιώθεις πως οι διαφορές τους αυξήθηκαν, κι όλοι τους χωρισμένοι με διαδοχικά κάθετα στρώματα τυπικότητας κι ευγενικής ψυχρότητας. Όπως άλλωστε και τα σπίτια. Οι όμορφες εκείνες μονοκατοικίες με τις γύψινες γιρλάντες, με τους καπνοδόχους, τ’ ανθέμια, τους κήπους, τα πηγάδια, καθεμιά τους με το δικό της γούστο, τη δική της φυσιογνωμία, απορία, ή και αδεξιότητα, δόθηκαν με αντιπαροχή κι υψώθηκαν τα πολυώροφα, μονότονα, απρόσωπα, τσιμεντένια κουτιά, κρύβοντας τον Παρθενώνα, τον Αϊ-Γιώργη του Λυκαβηττού, σφαγιάζοντας τα δεντράκια μας, πιπεριές, μουριές, γαζίες, τις παιδικές μας αναμνήσεις, τους χαρταϊτούς, τα σκοινιά της μπουγάδας, τ’ αστέρια, τις ξιπόλητες ποδοσφαιρικές ομάδες, τις βραδινές κουβεντούλες από παράθυρο σε παράθυρο, από αυλή σε αυλή με τις μυρωδιές του βασιλικού και του δυόσμου, με τον μητρικό νουθετικό ουρανό, με το φεγγαράκι μια φέτα δροσερό πεπόνι, – ω, πάνε, πάνε και τα πλανόδια επαγγέλματα, παγοπώλες, γιαουρτάδες, γαλατάδες, ομπρελάδες, γανωτζήδες, παπλωματάδες, τροχιστές, καρεκλάδες, ιχθυοπώλες, μανάβηδες με τα γαϊδουράκια τους ή τα χειραμάξια τους και μοσκοβόλαγαν οι γειτονιές ροδάκινα, ντομάτες, αχλάδια και τριαντάφυλλα κι οι κότες κακάριζαν θριαμβευτικά δοξάζοντας κάτι άγνωστο και οικείο, λευκό και σφαιρικό κι αδιαμφισβήτητο, κι ούτε χρειάζονταν καν ξυπνητήρια ή ρολόγια, γιατί, απ’ τη μια τ’ αστέρια, απ’ την άλλη τα κοκόρια είχαν αναλάβει τη χρονική και μετεωρολογική μας ενημέρωση, με ακρίβεια και με κάποια εύθυμη πονηρία, κάπως διφορούμενη. Κι οι άνθρωποι στριμωχτήκανε φαμίλιες και φαμίλιες μέσα σε τούτα τα κουτιά, κοντά κοντά, πλάι πλάι, κι ούτε γνωρίζονται κι ούτε βλέπονται ούτε χαιρετιούνται, κι αντίς για δέντρα έχουν κεραίες τηλεοράσεων, και μονάχα οι ολόσωμοι καθρέφτες των ασανσέρ κάτι κρατούν από μνήμες ερωτικών δωματίων…
(…)
Κι όχι να πεις πως σήμερα δεν κουβεντιάζουν οι άνθρωποι – λόγια, άλλο τίποτα, άφθονα λόγια – μα δε συνομιλούν, δε λένε τίποτα δικό τους, προσωπικό, ιδιωτικό, ιδιαίτερο (και γι’ αυτό καθολικό), μόνο λόγια, ξένα, μηχανικά, δημοσιογραφικά, γενικού ενδιαφέροντος, μεγάλοι τίτλοι εφημερίδων, γιατί, πράγματι, ξεφυλλίζουν πολλές εφημερίδες διαβάζοντας μόνον τα κεφαλαία γράμματα και τα εγκλήματα και τις αυτοκτονίες, ακούν επίσης τις ειδήσεις των 9 ή και των 12 απ’ την τηλεόραση (έγχρωμη τώρα) – άνθρωποι επαρκώς ενημερώμενοι, πολύ π α ρ ό ν τ ε ς (εδώ και σήμερα), κι εντελώς α π ό ν τ ε ς απ’ τον εαυτό τους, απ’ το παρελθόν τους, το μέλλον τους και, φυσικά, απ’ το παρόν τους, μακριά απ’ τους άλλους… 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ “ΙΣΩΣ ΝΑ ‘ΝΑΙ ΚΙ ΕΤΣΙ”
Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

Ο Γιάννης Ρίτσος έγραψε τη “Ρωμιοσύνη” την περίοδο 1945-1947, κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου πολέμου.

Ρωμιοσύνη (αποσπάσματα):
Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.

Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ’ αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.
Ο δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.

Μαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κι οι φωνές μες στον ασβέστη του ήλιου.
Η ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Τα σκονισμένα σκοίνα.
Το μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Χρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό πάνου απ’ την πίκρα τους.

(…)
Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο,
όταν χαμογελάνε ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ’ τ’ άγρια γένεια τους,
όταν κοιμούνται δώδεκα άστρα πέφτουν απ’ τις άδειες τσέπες τους,
όταν σκοτώνονται η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταμπούρλα.

(…)
Τόσα χρόνια πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα,
όλοι πεινάνε, όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε -
πάνου στα καραούλια λάμπουνε τα μάτια τους,
μια μεγάλη σημαία, μια μεγάλη φωτιά κατακόκκινη
και κάθε αυγή χιλιάδες περιστέρια φεύγουν απ’ τα χέρια τους
για τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα.

(…)
Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα κάπου από τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια,
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν άγιο μ’ άγρια μάτια και μαλλιά σκοινένια,
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι χαραγμένη βελονιά τη βελονιά μια κόκκινη γοργόνα,
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα αλατισμένο φως κάτου απ’ τη φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε-έξι σταυρουλάκια πίκρα πάνου στην καρδιά τους
σαν τα χνάρια απ’ το βήμα των γλάρων στην αμμουδιά το απόγευμα.

(…)
Ένας μαντατοφόρος φτάνει απ’ τη Μεγάλη Λαγκαδιά κάθε πρωινό,
στο πρόσωπό του λάμπει ο ιδρωμένος ήλιος,
κάτου από τη μασκάλη του κρατάει σφιχτά τη ρωμιοσύνη
όπως κρατάει ο εργάτης την τραγιάσκα του μέσα στην εκκλησία.
“Ήρθε η ώρα”, λέει. “Νάσαστε έτοιμοι.
Κάθε ώρα είναι η δικιά μας ώρα”.

(…)
Σώπα, όπου νάναι θα σημάνουν οι καμπάνες.
Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας.
Κάτου απ’ το χώμα, μες στα σταυρωμένα χέρια τους
κρατάνε της καμπάνας το σκοινί – προσμένουνε την ώρα, δεν κοιμούνται, δεν πεθαίνουν,
προσμένουν να σημάνουν την ανάσταση. Τούτο το χώμα
είναι δικό τους και δικό μας – δε μπορεί κανείς να μας το πάρει.

(…)
Δυο κουπιά καρφωμένα στον άμμο τα χαράματα με τη φουρτούνα. Πούναι η βάρκα;
Ένα αλέτρι μπηγμένο στο χώμα, κι ο αγέρας να φυσάει.
Καμένο το χώμα. Πούναι ο ζευγολάτης;

Στάχτη η ελιά, τ’ αμπέλι και το σπίτι.
Βραδιά σπαγγοραμένη με τ’ αστέρια της μες στο τσουράπι.

Δάφνη ξερή και ρίγανη στο μεσοντούλαπο του τοίχου. Δεν τ’ άγγιξε η φωτιά.
Καπνισμένο τσουκάλι στο τζάκι – και κοχλάζει
μόνο του το νερό στο κλειδωμένο σπίτι. Δεν προφτάσανε να φάνε.

(…)
Θα βρει λοιπόν το φως τα δέντρα του, θα βρει το δέντρο τον καρπό του.
Του σκοτωμένου το παγούρι έχει νερό και φως ακόμα.
Καλησπέρα, αδελφέ μου. Καλησπέρα.

(…)
(…) ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός στην καρδιά του Θεού.
(…)
από τη “ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ” του ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

theodorakis_04

Αν δεν μπορέσω να το δεις κι εσύ, μοιάζει σα να μη το ‘χω
“ΜΟΝΟΧΟΡΔΑ”
  
Ετούτος δω ο λαός δε γονατίζει παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του.
“ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ”

Οι νεκροί δεν ανασταίνονται. Υπάρχουν.
“ΧΑΡΤΙΝΑ”
.
Όποιος αγαπάει ένα πουλί, ένα άστρο, ένα παιδί, αυτός πάντα του βλέπει όμορφα όνειρα κι ο κόσμος γίνεται όμορφος ως πέρα απ’ τον ύπνο του, ως πίσω απ’ τα κλεισμένα μάτια του, ως μέσα στο πιο άγνωστο χαμόγελό του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ «Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΧΑΡΤΑΪΤΟΥΣ»
  
Αυτά που χάθηκαν   
αυτά που δεν ήρθαν
μην τα κλαις.          
Αυτά που τα ‘χες
και δεν τα ‘δωσες  
κλάφ’ τα.

“ΧΑΡΤΙΝΑ”

Ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του ανθρώπου.
“Η ΕΛΕΝΗ”

Με παρελάσεις, με ηρώα, με στεφάνια – τι πένθος: να θυμόμαστε πάλι πόσο οι νεκροί είναι ξεχασμένοι.
“3×11 ΤΡΙΣΤΙΧΑ” 

Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει
μηδέ αλυσίδα στου ρωμιού και στου αγεριού το πόδι.

“ΕΔΩ ΤΟ ΦΩΣ – ΔΕΚΑΟΧΤΩ ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΑ ΤΗΣ ΠΙΚΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ” Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ (αντιγραφή από το ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ)

 

Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)

Ενδιαφέρουσες συνδέσεις:
http://spoudasterion.pblogs.gr/2009/08/504774.html


Πηγή:  http://logomnimon.wordpress.com

Ο μελοποιημένος Ρίτσος

Υπάρχουν 164 τίτλοι τραγουδιών σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου. Για να δείτε τα μελοποιημένα ποιήματα του ποιητή, πατήστε εδώ.

Εποχές και συγγραφείς - Γιάννης Ρίτσος

Για να παρακολουθήσετε την τηλεοπτική σειρά του Τάσου Ψαρρά "Εποχές και Συγγραφείς", αφιέρωμα στο Γιάννη Ρίτσο, πατήστε εδώ.

Η ιστοσελίδα του Ε.ΚΕ.ΒΙ. για το Γιάννη Ρίτσο

Για να μεταβείτε στη σελίδα του Ε.ΚΕ.ΒΙ και στο ψηφιακό αρχείο για τον ποιητή, πατήστε εδώ.

Τα κύρια γνωρἰσματα της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου

«Η πορεία του Ρίτσου προς το “καθολικό”, το “διιστορικό” που καλύπτει τόσο το κοινωνικό στοιχείο όσο και ό,τι ονομάζουμε “ανθρώπινες συνθήκες”, συμπίπτει και θεμελιώνεται με μια νέα γραφή, στην οποία βρίσκω τα ακόλουθα γνωρίσματα κατά την πρώτη αυτή φάση της:
α) Τους συναισθηματικούς πυρήνες από τους οποίους εμψυχώνεται το ποίημα υπερασπίζεται ένας λόγος με περιγραφικό χαρακτήρα. Η συναισθηματική κατάσταση προκύπτει ως άθροισμα δεδομένων και συγκεκριμένων εικόνων, ενώ στη φαινομενικά κλασική ανάπτυξη των θεματικών ενοτήτων παρεμβάλλονται λυρικές εξάρσεις, που λειτουργούν ως αναπνοές, και διασκεδάζεται ο άλλοτε ελεγειακός άλλοτε υμνητικός τόνος του ποιήματος.
β) Οι σημαντικές εκφραστικές ελευθερίες συντηρούνται σ’ ένα επίπεδο τέτοιο που να μην καθιστούν άβατο νοηματικά τον λόγο, παρόλο που μερικές εικόνες (“χαλκάς δε στέκει στους αστράγαλους της θάλασσας”) υπερβαίνουν αισθητά την παραδοσιακή φαντασία.
γ) Το λυρικό θέμα δεν στηρίζεται σε ένα προσεκτικά επιλεγμένο λεξιλόγιο, μολονότι δεν απουσίαζε και μια τέτοια φροντίδα, αλλά αναπτύσσεται με αλλεπάλληλες προτάσεις που έχουν τη μορφή σπείρας. συνεχίζουν και επεκτείνουν ό,τι προηγούμενα έχει εκτεθεί, αλλά σε υψηλότερη στάθμη (που
εκφράζεται με τον εντατικότερο τόνο) και τον ολοκληρώνουν. Άμεση συνέπεια του είδους αυτού της γραφής είναι ότι κάθε απόσπασμα τμήματος από τα πολύστιχα ποιήματα του Ρίτσου δεν αποδίδει το οργανικό στοιχείο που έχει και συντηρεί μέσα στα συμφραζόμενά του [...].
δ) Παίζεται με έναν λόγο που αποβλέπει ώστε όλα τα εκφραστικά μέσα του (ρήματα, ουσιαστικά, επίθετα) να ανταποκρίνονται στη νοηματική φορά, όμως να δίνονται ως μουσικά μοτίβα από τα οποία αναπαράγεται η εγγεγραμμένη συναισθηματική φόρτιση. Χρησιμοποιώ τη διατύπωση “μουσικά μοτίβα” μεταφορικά, θέλοντας, με τη σχηματική αυτή έκφραση, να δοθεί η διάκριση της λογικής χρήσης του λόγου (με την οποία εκφράζεται η πεζογραφία και η κακή ποίηση) από την υποβλητική χρήση του, που (όπως και η αφηρημένη γλώσσα της μουσικής), μέσα στο αίνιγμά του, στην πολυσημία του, κουβαλά την αποδεικτική του δύναμη, διότι μπορεί (όταν και εφόσον) να αναπαραγάγει παράλληλες παλμώσεις (ας τις ονομάσουμε μουσικές για να διευκολυνθούμε στη συνεννόηση).
ε) Οι πηγές της προέρχονται από τον κοινωνικό χώρο, ιδωμένο σε όλη την κλίμακά του, χωρίς προτιμήσεις, έτσι που να τιμούνται ισοδύναμα και να καταγράφονται οι μικρές και οι μεγάλες: ελπίδες, πίκρες, απογνώσεις, και γενικά οι αντιδράσεις για τα φαινόμενα της ζωής, τόσο στην υγεία της όσο και
στην παθολογία της.
στ) Οι συμβολισμοί της είναι περιορισμένοι και όπου υπάρχουν δεν έχουν το χαρακτήρα σημείων αναφοράς σε άλλο είδος. κατάγονται και αποδίδουν ένα λαϊκό θυμικό.

(Αλ. Αργυρίου (1979), «Νεωτερικοί ποιητές του Μεσοπολέμου», Η ελληνική ποίηση
Σύνοψη των κύριων γνωρισμάτων της ποίησης του Γ. Ρίτσου

Ελύτης, Τα Ρω του έρωτα: όλα τα πήρε το καλοκαίρι

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ - Το παράπονο (ΕΛΥΤΗΣ)

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ -Οδ. Ελύτης, Μίκης Θεοδωράκης

Έλληνες του πνεύματος και της τέχνης - Οδυσσέας Ελύτης

Για να παρακολουθήσετε το ντοκυμαντέρ του ΣΚΑΙ, "Έλληνες του πνεύματος και της τέχνης" - αφιέρωμα στον Ελύτη, πατήστε εδώ.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Ο μελοποιημένος Ελύτης

Υπάρχουν 100 τίτλοι τραγουδιών σε στίχους του Οδυσσέα Ελύτη. Για να δείτε τα τραγούδια, επισκεφτείτε τη σελίδα εδώ.

Η απονομή του Νόμπελ στον Οδυσσέα Ελύτη

Του Μανόλη Καρέλλη*

Όταν έφτασε η είδηση, από τη Στοκχόλμη, για την απονομή του βραβείου Νόμπελ για τη Λογοτεχνία για το 1979 στον Οδυσσέα Ελύτη, δεν μας βρήκε απροετοίμαστους. Την περιμέναμε, με κάποιο τρόπο· για την ακρίβεια, την ευχόμαστε.

Θέλησα να παρευρεθώ στις τελετές που θα γινόντουσαν στη σουηδική πρωτεύουσα, τελετές πο περιγράφονται σαν οι πιο “αποκλειστικές” και οι πιο “κοσμικές” της Ευρώπης, που τις παρακολουθούν πρωθυπουργοί και πρεσβευτές και ανώτατοι αξιωματούχοι και επιστήμονες της πρώτης σειράς απʼ όλο τον κόσμο.

Ένας Σουηδός καλός φίλος, από την εποχή του αντιδικτατορικού αγώνα, μεσολάβησε για μία πρόσκληση από τους οργανωτές της εκδήλωσης για την απονομή του βραβείου που θα είχε ως αποδέκτη τον δήμαρχο της πόλης που γεννήθηκε ένας από τους βραβευόμενους.

Έτσι έφτασε η πρόσκληση στο Ηράκλειο και ετοιμάστηκα για το ταξίδι.

Στην πρόσκληση αναφερόταν η ενδυμασία για τους αρσενικούς προσκαλεσμένους: ήταν το φράκο, η πιο επίσημη από τις επίσημες.

Ανέκδοτη ομιλία του Οδυσσέα Ελύτη μετά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας στη Στοκχόλμη (1979)


Το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων παρουσίασε ένα ανέκδοτο κείμενο του ποιητή, από ομιλία του στους Έλληνες μετανάστες στη Στοκχόλμη. Η ομιλία του ποιητή έγινε τον Νοέμβριο του 1979, μετά την τελετή απονομής του βραβείου Νόμπελ της Σουηδικής Ακαδημίας για το
έργο του.

Η ομιλία μεταφέρεται αυτούσια με την επισήμανση του Ελύτη «ότι η γλώσσα είναι ένας φορέας ήθους που, αν δεν τον υπακούσεις, θα τιμωρηθείς».

Η ομιλία

«Αγαπητοί φίλοι και συμπατριώτες,

περίμενα πρώτα να τελειώσουν οι επίσημες γιορτές που προβλέπει η “Εβδομάδα Νόμπελ” και ύστερα να ’ρθω σ’ επαφή μαζί σας. Το έκανα γιατί ήθελα να νιώθω ξένιαστος και ξεκούραστος.

Ξεκούραστος βέβαια δεν είμαι. Χρειάστηκε να βάλλω τα δυνατά μου για να τα βγάλω πέρα με τις απαιτήσεις της δημοσιότητας, τις συνεντεύξεις και τις τηλεοράσεις. Αλλά ένιωθα κάθε στιγμή ότι δεν εκπροσωπούσα το ταπεινό μου άτομο αλλά ολόκληρη τη χώρα μου. Κι έπρεπε να την βγάλω ασπροπρόσωπη. Δεν ξέρω αν το κατάφερα. Δεν είμαι καμωμένος για τέτοια. Για τιμές και για δόξες. Τη ζωή μου την πέρασα κλεισμένος μέσα σε 50 τετραγωνικά (μέτρα), παλεύοντας με τη γλώσσα. Επειδή αυτό είναι στο βάθος ή ποίηση: μια πάλη συνεχής με τη γλώσσα. Τη γλώσσα την ελληνική που είναι η πιο παλιά και η πιο πλούσια γλώσσα του κόσμου.

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ



Ο Οδυσσέας Ελύτης παραλαμβάνει το Νόμπελ ΛογοτεχνίαςΟ Οδυσσέας Ελύτης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας

ΑΣ μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας.
Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω. Και αυτές είναι που ένιωσα, σιγά-σιγά, να ταυτίζονται μέσα μου με την ανάγκη να εκφρασθώ.
Είναι σωστό να προσκομίζει κανείς στην τέχνη αυτά που του υπαγορεύουν η προσωπική του εμπειρία και οι αρετές της γλώσσας του.
Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα.
Δεν μιλώ για τη φυσική ικανότητα να συλλαμβάνει κανείς τ' αντικείμενα σ' όλες τους τις λεπτομέρειες αλλά για τη μεταφορική, να κρατά την ουσία τους και να τα οδηγεί σε μια καθαρότητα τέτοια που να υποδηλώνει συνάμα την μεταφυσική τους σημασιολογία.
Ο τρόπος με τον οποίο μεταχειρίστηκαν την ύλη οι γλύπτες της Κυκλαδικής περιόδου, που έφτασαν ίσια-ίσια να ξεπεράσουν την ύλη, το δείχνει καθαρά. Όπως επίσης, ο τρόπος που οι εικονογράφοι του Βυζαντίου επέτυχαν από το καθαρό χρώμα να υποβάλλουν το «θείο».
Μια τέτοια, διεισδυτική και συνάμα μεταμορφωτική, επέμβαση, μέσα στην πραγματικότητα επεχείρησε πιστεύω ανέκαθεν και κάθε υψηλή ποίηση.

Η ζωή και το έργο του Οδυσσέα Ελύτη

Για να παρακολουθήσετε το ντοκυμαντέρ για τη ζωή και το έργο του Οδυσσέα Ελύτη από τη σειρά της ΕΡΤ "Εποχές και Συγγραφείς", πατήστε εδώ.

Ελληνικός υπερρεαλισμός

Για να παρακολουθήσετε το ντοκυμαντέρ για τον ελληνικό υπερρεαλισμό, πατήστε εδώ.

Ο Ελύτης και η τέχνη του κολάζ

Για να δείτε τα κολάζ του Οδυσσέα Ελύτη, πατήστε εδώ.

Μίκης, Κατράκης, Ρίτσος και Ελύτης. Η περιπέτεια μιας σχέσης



Η συνύπαρξή τους θεωρείται πια θεμελιακή μέσα στην πορεία του ελληνικού τραγουδιού... Κι όμως... Θαρρείς και πάντα κάτι «συνωμοτούσε» ενάντια στη συνεργασία τους, όταν αυτή δρομολογούνταν.

Την πρώτη φορά που ο Μίκης Θεοδωράκης αποφάσισε να παρουσιάσει μελοποιημένο ένα έργο του Οδυσσέα Ελύτη, η δισκογραφική εταιρεία στην οποία ανήκε τότε αρνήθηκε αρχικά να το ηχογραφήσει ως «πολυέξοδο» και άρα «ζημιογόνο». Ο ένας εκ των δύο τραγουδιστών στους οποίους απευθύνθηκε για να τραγουδήσουν, αρνήθηκε επίσης. Η διανόηση της εποχής έπεισε ακόμα και τον Ελύτη για την «αποτυχία» του αποτελέσματος.

Τέλος, οι διοργανωτές του Φεστιβάλ Αθηνών αρνήθηκαν την παρουσίαση του έργου στο Ηρώδειο, γιατί με την παρουσία λαϊκού τραγουδιστή «διακυβεύεται το γόητρο του θεσμού». Υστερα απ' όλες αυτές τις δυσκολίες, μπήκε στη ζωή των νεοελλήνων το «Αξιον Εστί»... Το οποίο για να «χρυσωθεί» με βάση την κυκλοφορία του -50 χιλιάδες αντίτυπα, τότε- χρειάστηκε να περάσουν... 14 χρόνια.

Στο μεταξύ, Θεοδωράκης και Ελύτης είχαν επιχειρήσει δύο ακόμα συνεργασίες... Ενώ η πρώτη βρισκόταν στο στάδιο της υλοποίησης, κηρύχτηκε η δικτατορία. Ο Θεοδωράκης άκουσε για πρώτη φορά τα τραγούδια του από την τραγουδίστρια για την οποία προορίζονταν, κρυμμένος σ' ένα σπίτι που εκείνη πήγε σαν επισκέπτρια... Αυτή είναι η αρχή της ιστορίας του «Ρομανσέρο Χιτάνο».

Αρχές του '70, Θεοδωράκης και Ελύτης θα ξαναβρεθούν στο εξωτερικό πλέον, και ο ποιητής θα «υποσχεθεί» στον συνθέτη ένα «νέο Αξιον Εστί»... Λίγο μετά όμως, εκείνος θα επιστρέψει στην Ελλάδα και η επικοινωνία μεταξύ τους θα διακοπεί.

«Ημουν υποχρεωμένος να προσκρούω σε ηλιθιότητες»

Ελύτης - Λίγες επισημάνσεις για τη ποιητική του δημιουργία


  Της Ευθυμίας Δ. Σκαπέτη.


O Ελύτης, το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Αλεπουδέλη, γεννήθηκε στην Κρήτη. Δραστήριο και ανήσυχο πνεύμα, όπως και σώμα, μας έδωσε μια μεγάλη παραγωγή τόσο πρωτότυπου λογοτεχνικού λόγου, πεζού και ποιητικού, όσο και μεταφραστικού.
Το έργο του και πιο συγκεκριμένα η ποιητική του δημιουργία, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι διακρίνεται από κάποια χαρακτηριστικά ως προς τη γλώσσα, το ύφος και τη στιχουργική. Αυτά τα στοιχεία μαζί με το στοιχείο της "ελληνικότητας" της ποίησής του αποδίδουν τόσο τη λογοτεχνική ταυτότητα του Ελύτη όσο και τους λόγους για τους οποίους αγαπήθηκε και τιμήθηκε με το Νόμπελ Ποίησης στη Στοκχόλμη το 1979.
Ξεκινώντας από την ποιητική του γλώσσα, αυτή θα μπορούσαμε να πούμε ότι διακρίνεται από τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:
- Επίδραση του λόγου των επών του Ομήρου, κυρίως στα λεγόμενα λυρικά μέρη του.- Επίδραση της αρχαίας ελληνικής λυρικής ποίησης, την οποία έχει γνωρίσει από την παιδική ηλικία.- Επίδραση της νεώτερης ελληνικής λυρικής ποίησης, του Σολωμού, του Κάλβου και του Καβάφη, αλλά και των σύγχρονης νοοτροπίας Γάλλων ποιητών Paul Eluard και Perre Jean Jouve, οι οποίοι, όπως ομολογεί ο ίδιος ο ποιητής στα "Ανοιχτά χαρτιά" "… μ’ ανάγκασαν να προσέξω και αδίστακτα να παραδεχτώ τις δυνατότητες που παρουσίαζε, στην ουσία της ελεύθερης ενάσκησής της, η λυρική ποίηση".
- Επίδραση του λόγου του Μακρυγιάννη, που χαρακτηρίζεται κυρίως για τη λιτότητα, την απλότητα, την αυθεντικότητα, τη γνησιότητα.
- Επίσης, επίδραση από τις λαϊκές διηγήσεις.
- Επίδραση από το λόγο του Ευαγγελίου.
- Επίδραση από τη Βυζαντινή υμνογραφία, που φαίνεται από τον εσωτερικό και εξωτερικό ρυθμό των ποιημάτων του.
- Ακόμα μια πηγή επίδρασης είναι η Δημοτική ποίηση και τα Δημοτικά τραγούδια, τα οποία έχουν αφήσει ρυθμικά ίχνη.
- Η επίδραση που άσκησε το κίνημα του υπερρεαλισμού, που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή, με βασικό χαρακτηριστικό ότι κινείται ανάμεσα στην αλήθεια και τη φαντασία.

Ο αποφθεγματικός λόγος του Ελύτη


Γράφει ο Γιώργος Μπαμπινιώτης



 
Με την ευαισθησία τού μελετητή τής γλώσσας στέκομαι πάντοτε με θαυμασμό, με πνεύμα μαθητείας και συχνά με δέος μπροστά στην αξιοποίηση των εκφραστικών δυνατοτήτων τής γλώσσας μας που βρίσκω στην ποίηση. Στην ποίηση τού Σολωμού ή τού Παλαμά, τού Καβάφη ή τού Κάλβου, τού Σεφέρη, τού Ελύτη και πολλών συγχρόνων μας ποιητών (Πατρίκιου, Αναγνωστάκη, Σαχτούρη, Κ. Δημουλά, Κοντού, Φωστιέρη και άλλων). Στους ποιητές αυτούς, περισσότερο ή λιγότερο έντονο είναι το στοιχείο μιας μορφής ποιητικού λόγου που θα ονόμαζα αποφθεγματικό. Είναι το χαρακτηριστικό που αναγνωρίζει κανείς κυρίως στην ποίηση τού Καβάφη και που κορυφώνεται σε στίχους όπως «η πόλις θα σε ακολουθεί» ή στο σεφερικό (παρερμηνευμένο) «πήραμε τη ζωή μας λάθος». Αποφθεγματικό ­ στο ύφος και τη δομή τους ­ λόγο αποτελούν κυρίως στίχοι με υπαρξιακές, ηθικές, κοινωνικές, αισθητικές, θρησκευτικές, ψυχολογικές και άλλες αναζητήσεις και προβληματισμούς μιας πιο προσωπικής ποίησης που μπορεί να μη περάσουν ποτέ στην καθημερινή γλώσσα. Αποφθεγματικός λόγος σε εξαιρετική έκταση και ποιότητα χαρακτηρίζει την ποίηση τού Ελύτη. Με βάση την τελευταία του (μεταθανάτια) συλλογή «Εκ τού πλησίον» (Ικαρος, 1998), θα σκιαγραφήσω αυτή την πλευρά τής ποίησης τού Ελύτη. Μερικά δείγματα: Κι έναν πόντο πιο ψηλά να πάτε, άνθρωποι, ευχαριστώ θα σας πει ο Θεός (σ. 57). ­ Το πινέλο τού ζοφερού δεν πιάνει ποτέ στο μαύρο. Χρειάζονται αλήθειες ακόμη και για να πεις ψέματα (σ. 21). ­ Το πείσμα είναι υγεία. Είναι πρωινή γυμναστική που πρέπει να την κάνουμε κάθε μέρα εάν θέλουμε να κρατήσουμε την επαφή μας με το ζωντανό μέρος των πραγμάτων (σ. 70). ­ Αν δεν σου λείψει ένα κομμάτι ζωής, όνειρα μην περιμένεις (σ. 46).
Τέτοιοι αποφθεγματικοί στίχοι, χωρίς να παύουν να αποτελούν οργανικά μέρη τού ευρύτερου κειμένου, λειτουργούν σαν ένα είδος παρεμβαλλομένων κειμένων, σαν «ενδοκείμενα» ή σαν «παραθέματα» τού ποιητή παρμένα από ένα άλλο επίπεδο τής δικής του σκέψης. Πρόκειται για ένα είδος «βραχέων κειμένων», όμοιων με αυτά που χαρακτηρίζουμε παροιμίες και γνωμικά, που κι αυτά παρεμβάλλονται στην ομιλία μας με αποφθεγματική επίσης λειτουργία, όχι όμως ως «ενδοκείμενα» αλλά ως «διακείμενα» (intertext), κείμενα-ρήσεις επίσης συναφή προς τα λεγόμενα και ενισχυτικά τής σημασίας τους.

Τα χαρακτηριστικά της ποίησης του Οδυσσέα Ελύτη



ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ


Επιρροές
  •          από τα ομηρικά έπη
  •          την αρχαία ελληνική λυρική ποίηση
  •          την ποίηση του Σολωμού, του Κάλβου και του Καβάφη
  •          τη βυζαντινή υμνογραφία και το Ευαγγέλιο
  •        τη δημοτική ποίηση
  •          τον γαλλικό υπερρεαλισμό. 
Έλλογος υπερρεαλισμός, έλεγε για την ποίησή του  ο Β.Βαρίκας.Συνήθως το ποίημα του αποτελείται από μια σειρά εικόνων χωρίς εξωτερική λογική συνοχή  όλες όμως οι εικόνες πηγάζουν από την ίδια  ψυχική κατάσταση και τείνουν να υποβάλλουν προς τον αναγνώστη την ίδια διάθεση.

Η  ποίησή του χαρακτηρίζεται από:

  •          τολμηρό συνδυασμό λέξεων
  •          τολμηρές εικόνες με συνειρμική εναλλαγή
  •        λατρεία του ελληνικού στοιχείου ( γλώσσα, παράδοση, ήθη,  ορθοδοξία, ελληνική φύση, πολιτισμός,  ιστορία)
  •        λυρικές περιγραφές
  •        εφηβική αισιοδοξία
  •        βαθιά αίσθηση της ζωής
  •        αντίληψη των πραγμάτων μέσω των αισθήσεων
  •        περιορισμένη στίξη
  •         χαλαρή λογική αλληλουχία
  •         Το παράδοξο, η απόκλιση από την κοινή λογική διαψεύδει τις διακειμενικές προσδοκίες του αναγνώστη προκαλώντας ένα δημιουργικό ξάφνιασμα που οδηγεί τον αναγνώστη στην ποιητικά αναπλασμένη πραγματικότητα του κόσμου του ποιητή
  •     Για τον Ελύτη η Ελλάδα είναι η συνεχής και αδιάκοπη αντίληψη που προκύπτει από την αρχαία κληρονομιά και τη βυζαντινή περίοδο, από τη λαϊκή παράδοση και τη σύγχρονη ιστορία ακόμα κι από τη γεωγραφική  έκταση και μορφολογία. Αρχαία κείμενα, θρησκεία, παραδόσεις αναφαίνονται και ενώνονται μέσα από τη μεταφυσική του ήλιου, την δύναμη του αιγαιακού φωτός που αποκαλύπτει αυτήν την αέναη κίνηση του πνεύματος που δυναμικά ξεκινά από τον Όμηρο για να συνεχίζει και σήμερα να συλλαμβάνει αλήθειες πρωτογενείς , ανθρωπιστικές, δίκαιες, απελεύθερες.
  •       «Αποφθεγματικός λόγος σε εξαιρετική έκταση και ποιότητα (λειτουργούν σαν ένα είδος παρεμβαλλομένων κειμένων, σαν «ενδοκείμενα» ή σαν «παραθέματα» του ποιητή παρμένα από ένα άλλο επίπεδο της δικής του σκέψης. Έχει έντονα παραδοξολογικό χαρακτήρα· συγκρούεται δηλαδή με την καθιερωμένη λογική»
            ( ο αποφθεγματικός λόγος του Ελύτη, Γ. Μπαμπινιώτης )    

  •   Χρησιμοποιεί χαρακτηριστικά σύμβολα, φως, θάλασσα, ήλιος όπου η μαγεία της φύσης και του φωτός δίνονται στην μεταφυσική τους διάσταση.

  •   Προσφεύγοντας πάντα στην προσωπική του εμπειρία, κινητοποιεί  όλες τις  αισθήσεις του και μπαίνει ολόκληρος στο μυστήριο και στο θαύμα

  •   «Ο Ελύτης είπε ότι η ποίηση είναι μια άλλη όραση. Πράγματι, γιατί μας δείχνει την άλλη όψη των πραγμάτων. Πώς ο πραγματικός κόσμος προεκτείνεται στον ιδανικό, ή αντιστρόφως, πώς ο ιδανικός  κόσμος προεκτείνεται στον πραγματικό. Πώς η ζωή προεκτείνεται στο θάνατο, πώς ο θάνατος είναι η συνέχεια της ζωής. Πώς εν τέλει η οδός άνω και η οδός κάτω είναι μία, κατά τη ρήση του Ηράκλειτου, και η ελληνική γη, η Νυν και Αεί,  είναι η γη των θαυμάτων.» Ανθούλα Δανιήλ
"η μεγάλη τέχνη βρίσκεται οπουδήποτε ο άνθρωπος κατορθώνει να αναγνωρίζει τον εαυτό του και να τον εκφράζει με πληρότητα μεσ' στο ελάχιστο"                              Ο.Ελύτης


Ο Ελύτης ανέδειξε την Ελλάδα, το τοπίο της και τον πολιτισμό της. Μίλησε για την Ιστορία και τα πάθη της. Φανέρωσε τη μαγεία της ελληνικής γλώσσας,  παρακολούθησε την σε μάκρος είκοσι πέντε αιώνων ποιητική της πορεία. Κατακύρωσε με μαγικό τρόπο έναν άλλο κόσμο που κι αυτός είναι δικός μας κόσμος, γεμάτος νύξεις μιας ιδανικής τελειότητας, μας έμαθε ότι η πραγματικότητα δεν νοείται χωρίς το ποιητικό της μυστήριο. " Η ποίηση του Ελύτη σταλάζει φως στην ψυχή, βάλσαμο στις πληγές και διορθώνει τις ανορθογραφίες των ανθρώπων."

Πηγή: Φωτόδεντρο http://fotodendro.blogspot.gr

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

MAGIC DE SPELL-Gala(Θα γλεντήσω κι εγώ μια νύχτα) σε ποίηση Κώστα Καρυωτάκη

Ανδρείκελα Κ. Καρυωτάκης - Υπόγεια Ρεύματα

Ο μελοποιημένος Καρυωτάκης

Τα ποιήματα του Κ.Καρυωτάκη έχουν μελοποιηθεί εβδομηνταμία (71) φορές .
Ανάμεσα στους συνθέτες περιλαμβάνονται οι :
Μίκης Θεοδωράκης
Νίκος Μαμαγκάκης
Λένα Πλάτωνος
Δήμος Μούτσης
Βασίλης Δημητρίου
Γιάννης Γλέζος
Θανάσης Γκαϊφύλλιας
[...]
Ηδύλη Τσαλίκη
Δημήτρης Παπαδημητρίου
[...]
Υπόγεια Ρεύματα
Διάφανα Κρίνα
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=index&sort=alpha&lyricist_id=285

H παραμόρφωση του Καρυωτάκη

Στην προηγούμενη επιφυλλίδα μου (18.4.04) περιέγραψα την ως το 1980 πορεία της πρόσληψης του Καρυωτάκη από τη λογοτεχνική κριτική της Αριστεράς: τον σταδιακό μεταχαρακτηρισμό της καρυωτακικής ποίησης από ποίηση της ατομικής και οντολογικής αγωνίας και της αστικής παρακμής σε ποίηση πολιτική «που πλησίασε πολλές φορές τους στόχους της Αριστεράς». Και κατέληγα με την παρατήρηση ότι η αριστεροποίηση του Καρυωτάκη θα ολοκληρωθεί όταν η πορεία αυτής της πρόσληψης διασταυρωθεί με την εμφάνιση, τη δεκαετία του 1980, της αμφισβήτησης του έργου του Σεφέρη.
H κριτική τύχη του Καρυωτάκη θα λάβει τότε μια νέα τροπή, όταν τα αναδυόμενα εκείνη την εποχή προτάγματα της πολυπολιτισμικότητας φάνηκαν πως θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ανακουφίσουν από τη βαρειά σκιά του Σεφέρη πολλούς από εκείνους που προσπαθούσαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Μεταμοντέρνοι και μεταμοντερνίζοντες νεόφυτοι της πολιτικής ορθότητας, αλλά και νεοτερικοί, αριστεροί και μη, θα συνασπιστούν στην αποκάλυψη ενός ελληνοκεντρικού, δηλαδή συντηρητικού, Σεφέρη, προς τον οποίο θα αντιτάξουν ως αντίπαλο ποιητικό δέος (χρονικά μακρινό από αυτούς και ως εκ τούτου βολικό) τον «”θαμμένο” από τη γενιά του ‘30» «προοδευτικό» Καρυωτάκη. Επειδή όμως η πολιτική προοδευτικότητα δεν είναι αρκετή για να καταστήσει ένα αντίπαλο ποιητικό δέος επαρκώς ισχυρό, έπρεπε το καρυωτακικό δέος να εμπλουτιστεί και με την κατάλληλη για τη συγκεκριμένη περίσταση καλλιτεχνική προοδευτικότητα. Ετσι ανακαλύφθηκε και η ποιητική πρωτοποριακότητα του Καρυωτάκη.

«Η Αριστεροποίηση του Καρυωτακη»




Στην προηγούμενη επιφυλλίδα μου (22.2.2004) χαρακτήριζα παράπλευρες εκείνες τις κριτικές απώλειες που προκαλούνται από την προσπάθεια να υποστηριχθεί η ερμηνεία μιας ορισμένης παρανάγνωσης. Ελεγα ότι η παρανάγνωση της ποίησης του Σεφέρη, στην οποία επιδίδονται πολλοί σήμερα στην επιθυμία τους να δείξουν ότι η ποίηση αυτή είναι εθνοκεντρική, είχε ως αποτέλεσμα την αντίρροπη παρανάγνωσή τους και της ποίησης του Καρυωτάκη και του Εγγονόπουλου. Προσέθετα, ωστόσο, ότι οι απώλειες οι σχετικές με τους δύο αυτούς ποιητές κατ’ επίφαση μόνο θα μπορούσαν να θεωρηθούν παράπλευρες, γιατί είναι τόσο σημαντικές όσο και οι σεφερικές.
Το αποκορύφωμα της σεφερικώ τω λόγω παρανάγνωσης του Καρυωτάκη είναι ο χαρακτηρισμός της ποίησής του ως «ελλείπουσας κριτικής συνείδησης της Αριστεράς», τον οποίο έχει διατυπώσει (1996) και προβάλλει με ιδιαίτερη έμφαση ο Κώστας Βούλγαρης. Οι ποικίλες ανταποκρίσεις της Αριστεράς προς το έργο του Καρυωτάκη έχουν βέβαια μακρά ιστορία (βλ. το βιβλίο K. Γ. Καρυωτάκης - 2000 - της Χριστίνας Ντουνιά)· όπως μακρά είναι και η ιστορία της μελέτης της πολιτικής διάστασης αυτού του έργου, ιστορία που τις δύο τελευταίες δεκαετίες διαδραματίζεται στην περιοχή του μύθου. Θα προσπαθήσω να παρακολουθήσω στα κύρια σημεία της την πορεία προς αυτή τη μυθοποίηση.

Καρυωτάκης και Αριστερά

Καρυωτάκης και Αριστερά

Στη φιλολογική σελίδα της εφημερίδας Ο Ριζοσπάστης των μέσων της δεκαετίας του ‘40, κάτω από τον γενικό τίτλο «Νεοελληνική ποίηση», δημοσιεύονταν και ποιήματα έγκυρων νεοελλήνων ποιητών, σύγχρονων ή παλαιότερων. Ενας από τους ποιητές αυτούς ήταν και ο Κ. Γ. Καρυωτάκης. Η καταχώρηση ποιήματος του Καρυωτάκη στις στήλες ενός κομματικού οργάνου (17 Ιουλίου 1947) προκαλεί έκπληξη. Εκπληξη που οφείλεται στο γεγονός ότι, ενώ κατά την προηγούμενη δεκαετία, λόγω του απαισιόδοξου χαρακτήρα της ποίησής του και της αυτοχειρίας του, από τους ίδιους χώρους (Πρωτοπόροι, Νέοι Πρωτοπόροι), ο ποιητής είχε τύχει δυσμενέστατης κριτικής, τώρα τα πράγματα αλλάζουν. Και η αλλαγή δεν οφείλεται σ’ αυτό το μεμονωμένο περιστατικό όσο στο γεγονός ότι ανάμεσα στους τακτικούς συνεργάτες του φύλλου συγκαταλέγονται και συγγραφείς που στη ζωή τους κράτησαν θετική στάση απέναντι στον Καρυωτάκη. Στους συγγραφείς αυτούς προφανώς οφείλεται και η καταχώρηση ποιητικού του αποσπάσματος. Πρόκειται για τον Κώστα Βάρναλη και τον Γιώργο Κοτζιούλα, τη στάση των οποίων προς τον ποιητή θα διερευνήσουμε με κάθε συντομία.
Ο Βάρναλης κατά τα προηγούμενα χρόνια, όντας τακτικός συνεργάτης της Πρωίας, είχε αναφερθεί επανειλημμένως στον ποιητή, για το έργο του οποίου, παρά τις όποιες επιφυλάξεις του, κράτησε θετική στάση. Τον θεωρεί προικισμένο ποιητή και το έργο χαρακτηρίζεται για ειλικρίνεια, κριτική ευαισθησία και ρεαλισμό. Θεωρεί επίσης ότι η αυτοκτονία του στάθηκε «μια αναντίρρητη βεβαίωση της αλήθειας του έργου του», για τούτο και βρήκε μεγάλη απήχηση στην εποχή του. Η εκτίμηση του Βάρναλη προς τον Καρυωτάκη επισφραγίστηκε το 1973 με το δίστιχο:
Ζηλεύω σου το θάρρος Καρυωτάκη,
να σμπαραλιάσεις την τρανή καρδιά,
κλείνοντας έτσι τρεις δεκαετίες και πλέον δημόσιας αναφοράς του στον ποιητή.

«Αριστερά και Καρυωτάκης», A΄ Μέρος (γράφει ο Ηρακλής Κακαβάνης)

Σε μια σειρά τριών άρθρων θα διερευνήσουμε το θέμα Αριστερά και Καρυωτάκης. Δεν πρωτοτυπούμε με το θέμα. Ολοκληρωμένα, και στην παράθεση τεκμηρίων και στην εξαγωγή συμπερασμάτων το προσέγγισε το θέμα η Χριστίνα Ντουνιά, επίκουρος καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, στο βιβλίο της «Κ.Γ. Καρυωτάκης: Η αντοχή μιας αδέσποτης τέχνης» (εκδόσεις «καστανιώτη», 2000 – σήμερα κυκλοφορεί η 4η έκδοση). Η δική μας ενασχόληση εμπλουτίζει το θέμα με κάποια ήσσονος σημασίας τεκμήρια και την κατάθεση κάποιων σκέψεων.
Ο Κώστας Καρυωτάκης είναι μια ξεχωριστή περίπτωση ποιητή. «Έφυγε» πολύ νωρίς από τη ζωή, όμως πρόλαβε και έδωσε ώριμο ποιητικό έργο. Οι σύγχρονοι θαυμαστές του είπαν ότι γι’ αυτόν μπορεί να υπερηφανεύεται η γενιά τους. Οι συντηρητικοί κριτικοί και ομότεχνοί του τον απέρριψαν. Οι αριστεροί κριτικοί αναγνώρισαν την ποιητική του αξία και διέκριναν το ανατρεπτικό περιεχόμενο της σάτιράς του. Αργότερα, χωρίς να αμφισβητούν την ποιητική αξία του άσκησαν κριτική στο υπόλοιπο έργο του χαρακτηρίζοντάς τον ποιητή της απαισιοδοξίας.
Όμως, ακόμη και σήμερα η ποίησή του δε μας αφήνει ασυγκίνητους. «Κάποιες βραδινές ώρες, που η πικρία και η μοναξιά δεσπόζουν στην ψυχή μας, τα “Ελεγεία και Σάτιρες' μας περιμένουν κάτω από την αρχαία λάμπα. Τέτοιες στιγμές δε θα λείψουν ποτέ απ’ τη ζωή μας. Μαζί μ’ αυτές θα ζει για πάντα κι ο Καρυωτάκης». Αυτά δήλωνε στο «Ελεύθερο Βήμα» (9/1/1938) ο Γιάννης Ρίτσος, αντικρούοντας την απόρριψη του Κώστα Καρυωτάκη από συντηρητικούς κριτικούς και λογοτέχνες της εποχής. Όντως ζει «για πάντα». Συνεχίζει να συγκινεί και να εκφράζει.
`

Το παράδοξο του Καρυωτάκη

Το παράδοξο του Καρυωτάκη


Το παράδοξο του Καρυωτάκη



 
Συμπληρώνονται φέτος εκατό χρόνια από τη γέννηση του Καρυωτάκη, και όμως το γεγονός πάει να περάσει απαρατήρητο. Με την εξαίρεση ενός άρθρου του Γ. Κουβαρά («Καθημερινή», 23 Ιουλίου) το μόνο, από όσο γνωρίζω, έντυπο που έχει θυμηθεί ότι έχουμε μια σημαντική λογοτεχνική επέτειο είναι «Το Βήμα» με το σημερινό του αφιέρωμα. Ούτε κάποιο συνέδριο έχει αναγγελθεί, πλην μιας ημερίδας της Εταιρείας Σπουδών, η οποία όμως θα διεξαχθεί στις αρχές του 1997. Είναι φανερό ότι πρόκειται για αμέλεια, αν σκεφτεί κανείς αφενός τις υψηλές επετειακές επιδόσεις μας και αφετέρου το σημερινό ποιητικό status του Καρυωτάκη. Ο ποιητής των Ελεγείων και σατιρών (1927) μολονότι από την άποψη της τεχνοτροπίας ανήκει στην «παλαιά», στην προνεοτερική ποίηση, είναι και σήμερα από τους πλέον σύγχρονους ποιητές μαςΩ θέλω να πω πιο ζωντανός από πολλούς νεοτερικούς ποιητές, που ο στίχος τους ­ ο ελεύθερος στίχος ­ είναι περισσότερο απ' ό,τι ο έμμετρος σύμφωνος με τις εκφραστικές διαθέσεις της εποχής μας.

Κώστας Καρυωτάκης (1896 – 1928)

Κώστας Καρυωτάκης
1896 – 1928

Κώστας Καρυωτάκης

Ποιητής και πεζογράφος, ίσως η σημαντικότερη λογοτεχνική φωνή, που ανέδειξε η γενιά του '20 και από τους πρώτους, που εισήγαγαν στοιχεία του μοντερνισμού στην ελληνική ποίηση. Επηρέασε πολλούς από τους κατοπινούς ποιητές (Σεφέρης, Ρίτσος, Βρεττάκος) και με την αυτοκτονία του δημιούργησε φιλολογική μόδα, τον Καρυωτακισμό, που πλημμύρισε τη νεοελληνική ποίηση.
Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896 και ήταν γιoς του νομομηχανικού Γεωργίου Καρυωτάκη από τη Συκιά Κορινθίας και της Κατήγκως Σκάγιαννη από την Τρίπολη. Ήταν ο δευτερότοκος της οικογένειας. Είχε μία αδελφή ένα χρόνο μεγαλύτερή του, τη Νίτσα, και έναν αδελφό μικρότερο, το Θάνο, που γεννήθηκε το 1899 και σταδιοδρόμησε ως τραπεζικός υπάλληλος.
Λόγω της εργασίας τού πατέρα του, η οικογένειά του αναγκαζόταν να αλλάζει συχνά τόπο διαμονής. Έζησαν στη Λευκάδα, την Πάτρα, τη Λάρισα, την Καλαμάτα, το Αργοστόλι, την Αθήνα (1909-1911) και τα Χανιά, όπου έμειναν ως το 1913. Από τα εφηβικά του χρόνια δημοσίευε ποιήματά του σε παιδικά περιοδικά, ενώ το όνομά του αναφέρεται και σε διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Διάπλαση των Παίδων». Σε ηλικία 17 ετών ερωτεύεται την χανιώτισσα Άννα Σκορδύλη, μια σχέση που θα τον σημαδέψει.

Η ποίηση του Κ.Γ. Καρυωτάκη


ΕΝΝΟΙΕΣ - ΚΛΕΙΔΙΑ:
  • Γενιά του 1920
  • Κοινωνική ευθύνη του ποιητή
  • Συμβολισμός - (φιλολογικός-κοινωνικός-πολιτικός) ρεαλισμός
  • Καταραμένος ποιητής
  • Καρυωτακισμός
Ιστορικό & Κοινωνικό Πλαίσιο:

Αποτυχία Μεγάλης Ιδέας, Μικρασιατική καταστροφή, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, προσφυγιά => πεσιμισμός, αποπροσανατολισμός, απόγνωση, αισθήματα οδύνης και διάλυσης που προκάλεσαν η συντριπτική εθνική ήττα της Μικρασιατικής Καταστροφής και τα επακόλουθα προβλήματα της κοινωνικής ένταξης των προσφύγων.
Ο ποιητής ως πνευματικός άνθρωπος έχει κοινωνική ευθύνη και βρίσκεται σε αναπόσπαστη σχέση με το κοινωνικό περιβάλλον.
Ο Καρυωτάκης βίωση τη βίαιη απόσπαση κι εντέλει τη σύγκρουσή του με το κοινωνικό σώμα. Η αυτοκτονία τους θεωρήθηκε πράξη που υπερέναινε την ατομική σφαίρου του ανθρώπου και πεσελάμβανε σχεδόν συμβολική σημασία ως κοινωνικό γεγονός. Συναρτηένη ε την υπηρεσιακή περιπέτιά του (απόσπαση στην Πρέβεζα) ερμηνεύτηκε ως χειρονομία δημόσιας αντεκδίκησης.

Κώστας Καρυωτάκης

Κώστας Καρυωτάκης

Εργοβιογραφικά στοιχεία

Ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1896 στην Τρίπολη, πατρίδα της μητέρας του, και έζησε στα παιδικά και εφηβικά του χρόνια τις πολλές μετακινήσεις του νομομηχανικού πατέρα του σε διάφορα μέρη της Ελλάδας (Λευκάδα, Αργοστόλι, Λάρισα, Καλαμάτα, Αθήνα, Χανιά όπου αποφοίτησε από το γυμνάσιο). Το 1913 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1919, αφού πήρε την άδεια εξάσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, διορίστηκε υπουργικός γραμματεύς στη Θεσσαλονίκη. Στρατεύτηκε το 1920, αλλά απαλλάχτηκε για λόγους υγείας. Η καριέρα του ως δημόσιου υπάλληλου συνεχίστηκε στην Άρτα, τη Σύρο, την Αθήνα. Ασχολήθηκε με τον συνδικαλισμό και εξελέγη Γενικός Γραμματέας του Δ.Σ. της Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών. Μετά από κάποια εναντίον του συκοφάντηση, αποσπάστηκε στην Πάτρα και κατόπιν μετατέθηκε στη Νομαρχία Πρεβέζης, όπου και πέθανε, αυτόχειρας, στις 21 Ιουλίου 1928.
Η ενασχόλησή του με την ποίηση άρχισε νωρίς, όταν δεκαεξάχρονος δημοσίευσε στίχους σε λαϊκά περιοδικά της εποχής, και συνεχίστηκε με ποιήματά του στην εφημερίδα Ακρόπολις (1915), στο περιοδικό Νουμάς κ.λπ. Το 1919 εκδόθηκε η συλλογή του Ο πόνος του Ανθρώπου και των Πραγμάτων. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε το σατιρικό περιοδικό Η Γάμπα, που κατασχέθηκε, το 1921 τη συλλογή Νηπενθή και το 1927 τη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες. Ασχολήθηκε επίσης με τον πεζό λόγο, με το θέατρο και με μετάφραση ποίησης. Το έργο του, επηρεασμένο από τον Συμβολισμό, με χαρακτηριστικά τη μελαγχολική θεώρηση της ζωής, τον σαρκασμό και μια διάθεση φυγής από την πραγματικότητα, αποτέλεσε αντικείμενο θαυμασμού και μίμησης από τους μεταγενέστερους ποιητές, ούτως ώστε να δημιουργηθεί ο όρος «καρυωτακισμός», συχνά με μάλλον αρνητική χροιά. Σε κάθε περίπτωση πάντως επηρέασε, άμεσα ή έμμεσα, θετικά ή αρνητικά την ελληνική ποίηση μετά το 1930.

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Συμφραστικός πίνακας λέξεων για το Σεφέρη

Για να μεταβείτε στο συμφραστικό πίνακα λέξεων του Σεφέρη, πατήστε εδώ.

Μελοποιημένος Σεφέρης: Άρνηση

Για να ακούσετε το μελοποιημένο ποίημα Άρνηση, πατήστε εδώ.

Γιώργος Σεφέρης, Ελένη

Για να ακούσετε τον ποιητή να διαβάζει το ποίημα Ελένη, πατήστε εδώ.

Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γιώργος Σεφέρης

Για να παρακολουθήσετε την ταινία, πατήστε εδώ.

Η ομιλία του Γιώργου Σεφέρη στη Σουηδική Ακαδημία (1963)

Για να διαβάσετε την ομιλία του Γιώργου Σεφέρη κατά την τελετή της απονομής σ' αυτόν του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας (1963), πατήστε εδώ

Ο Ρένος Αποστολίδης μιλάει για το Γιώργο Σεφέρη

Για να παρακολουθήσετε το Ρένο Αποστολίδη να μιλάει για τον ποιητή, πατήστε εδώ

Έλληνες του πνεύματος και της τέχνης: Γιώργος Σεφέρης

Για να παρακολουθήσετε το ντοκυμαντέρ του ΣΚΑΙ, πατήστε εδώ

Γιώργος Σεφέρης (1900 – 1971)


Γιώργος Σεφέρης

Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης. Από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Γραμματολογικά ανήκει στη «Γενιά του '30».
Ο Γεώργιος Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 στη Σμύρνη. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του Στυλιανού Σεφεριάδη (1873-1951) - δικηγόρου, σημαντικού κοινωνικού παράγοντα της Σμύρνης και ανθρώπου με λογοτεχνικές ανησυχίες - και της Δέσποινας Τενεκίδη με καταγωγή από τη Νάξο. Το ζευγάρι είχε άλλα δυο παιδιά, τον Άγγελο (1905-1950) και την Ιωάννα (1902-2000), σύζυγο του φιλόσοφου και πολιτικού Κωνσταντίνου Τσάτσου.
Ο Σεφέρης ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1906 στη Σμύρνη και τις ολοκλήρωσε το 1918 στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του από το 1914. Στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, από την οποία αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Τα χρόνια παραμονής του στο Παρίσι ήταν καθοριστικά για τη διαμόρφωση της ποιητικής του φυσιογνωμίας. Ήταν η εποχή που το κίνημα του μοντερνισμού βρισκόταν στην ακμή του.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα διορίστηκε υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών (1926), αρχίζοντας έτσι μια λαμπρή καριέρα στο διπλωματικό σώμα, που κορυφώθηκε το 1957, με την τοποθέτησή του ως πρεσβευτή της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία. Παρέμεινε στο Λονδίνο έως το 1962, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε. Στις 10 Απριλίου του 1941, μία ημέρα μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς, είχε νυμφευτεί στην Πλάκα τη Μαρώ Ζάννου, με την οποία δεν απέκτησε παιδιά.

Γιῶργος Σεφέρης


Εἰσαγωγή

Τὸ 1931 κυκλοφοροῦσε στὴν Ἀθήνα μία λιγοσέλιδη, ποιητικὴ συλλογή: Γ. Σεφέρη, Στροφή. Τὸ ὄνομα ἦταν ἄγνωστο στὰ λογοτεχνικὰ περιοδικὰ τῆς ἐποχῆς καὶ παρουσιαζόταν γιὰ πρώτη φορά. Ὁ τίτλος τῆς συλλογῆς εἶναι διφορούμενος: μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας ὅρος τῆς στιχουργικῆς μονάχα, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ σημαίνει μία πραγματικὴ «στροφή», μιὰ βαθύτερη ἀλλαγή. Τώρα τὸ ξέρουμε πὼς ὁ τίτλος εἶχε ἀσφαλῶς αὐτὸ τὸ δεύτερο νόημα. Μὲ τὴ λιγοσέλιδη ποιητικὴ συλλογὴ ἐρχόταν στὴ νέα ἑλληνικὴ ποίηση μία ἀναπάντεχη ἀλλαγή, μιὰ πραγματικὴ «στροφή» - αὐτὸ ποὺ μᾶς ἔγινε ἀπὸ τότε γνώριμο καὶ οἰκεῖο στὶς πολυποίκιλες παραλλαγές του.(1)
Στὶς 29 φεβρουαρίου 2000 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ πρώτου Νεοέλληνα Νομπελίστα, τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀγάπησε καὶ ταυτίστηκε μὲ τὸν τόπο του καὶ προσέφερε σὲ αὐτὸν τὰ μέγιστα, ὡς διπλωμάτης καὶ ὡς ποιητής. Μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτῆς τῆς ἐπετείου γράφτηκε τὸ παρακάτω κείμενο τὸ ὁποῖο συνοπτικὰ παραθέτει ὁρισμένες πληροφορίες γιὰ τὴν ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Γιώργου Σεφέρη, ἕνα ἔργο, τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ λιτότητα τῆς ἔκφρασης καὶ ἡ ἀμεσότητα.
Γίνεται ἐπίσης καὶ μία ἀναφορὰ στὴν σχέση τοῦ Σεφέρη μὲ τὴν μουσική, ἕνα σημεῖο ξεχωριστοῦ ἐνδιαφέροντος ἐλλείψει σχετικῆς βιβλιογραφίας (μοναδικὴ σχεδὸν πηγὴ ἀποτελοῦν τὰ κείμενα τοῦ ἴδιου του Σεφέρη τὰ ὁποῖα δημοσιεύτηκαν στὶς Μέρες Β´ καὶ συγκεντρωτικὰ παρουσιάζονται στὸ Δελτίο Κριτικῆς Δισκογραφίας, τεῦχος 14-17, Ἰούνιος 1975). Ἀνακαλύπτεται ἔτσι μιὰ ἄλλη ἰδιότητα τῆς πολυδιάστατης προσωπικότητας τοῦ ποιητῆ: αὐτὴ τοῦ μουσικοῦ ἀκροατῆ.

Μαρωνίτης Δημήτρης, Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Μελέτες και μαθήματα.

Αντιστάσεις και συγκρότηση του ποιητικού λόγου Στην ποίηση του Σεφέρη συμβαίνει τούτο το διδακτικό: τόσο το συγκεκριμένο ποίημα (στο εσωτερικό-του) όσο και το σύνολο του ποιητικού έργου (με τα εξωτερικά-του πια χαρακτηριστικά) δείχνουν πως ο ποιητικός λόγος δεν είναι απλό διάμεσο στα χέρια του ποιητή, αλλά κάτι σχεδόν αυτόνομο, με τα δικά-του όρια. Καθώς, λοιπόν, ωριμάζει το κάθε ποίημα και γυρεύει τη συγκρότησή-του, διαμορφώνει και τις δυναμικές αντιστάσεις του λόγου-του, ως είδος εντολών προς τον ποιητή. Ο ποιητής, σ' όλη αυτή τη διαδικασία, παρεμβαίνει και εξαφανίζεται, και πάλι από την αρχή, ωσότου ο λόγος του ποιήματος φτάσει στην ακραία-του ένταση και στην έσχατη συσπείρωσή-του. Η λειτουργία αυτή γίνεται όπως περίπου ποιητικά κατατίθεται στη Μνήμη, Β΄, από το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ΄: Είναι παντού το ποίημα.

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Η θέση της γυναίκας στην Ελλάδα

Η Τιμή και το Χρήμα

Πατέρα στο σπίτι, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Αλεξ. Παπαδιαμάντης, Πατέρα στο σπίτι

Η θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία

Κ. Θεοτόκη, Η Τιμή και το Χρήμα

Διαβάζοντας Βιζυηνό μαθαίνουμε για το παιδομάζωμα

Το μόνον της ζωής του ταξείδιον, Γ. Βιζυηνός

Η Τιμή και το Χρήμα, Κ. Θεοτόκης

Οδυσσέας Ελύτης

Συμβολισμός

Η Κοντέσσα Βαλέραινα με... εικόνες...Μια δική μας εκδοχή!

Δραματοποίηση - Τραγούδι από το Μυστικό τη Κοντέσσας Βαλέραινας

Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας

Ο ποιητής Κ.Π. Καβάφης

Η Ποίηση του Κώστα Καρυωτάκη

Γιώργος Σεφέρης

Κωνσταντίνος Καβάφης

Κώστας Καρυωτάκης

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Μελοποιημένος Καβάφης - Δεκέμβρης 1903

Για να ακούσετε το τραγούδι του Δημήτρη Παπαδημητρίου σε ερμηνεία Αλκίνοου Ιωαννίδη, πατήστε εδώ

Η ποίηση ως πηγή έμπνευσης στη ζωγραφική

Ο Καβάφης εμπνέει τους ζωγράφους

Εγκαινιάστηκε η έκθεση «Ζωγραφισμένα» στο Ίδρυμα Β. και Μ. Θεοχαράκη με έργα 40 καλλιτεχνών εμπνευσμένα από τον Αλεξανδρινό ποιητή
Ο Καβάφης εμπνέει τους ζωγράφους
Εργο του Γιάννη Ψυχοπαίδη.



 
Χωρίς την προγραμματισμένη παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κάρολου Παπούλια λόγω των διαδηλώσεων και της γενικότερης έκρυθμης κατάστασης στο κέντρο της Αθήνας πραγματοποιήθηκαν το βράδυ της Τετάρτης 25 Σεπτεμβρίου στο Ίδρυμα Β. και Μ. Θεοχαράκη τα εγκαίνια της συλλογικής έκθεσης «Ζωγραφισμένα». Η έκθεση περιλαμβάνει έργα 40 διακεκριμένων σύγχρονων ελλήνων εικαστικών δημιουργών που εμπνέονται από ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη.

Για τα ιστορικά ποιήματα του Καβάφη


ΤΟΥ ΣΠΥΡΟΥ Λ. ΒΡΕΤΤΟΥ

1.«Αισθηματοποίηση» του ιστορικού ποιήματος
ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΧΩΡΟ
Οικίας περιβάλλον, κέντρων, συνοικίας
που βλέπω κι όπου περπατώ  χρόνια και χρόνια.

Σε δημιούργησα μες σε χαρά και μες σε λύπες:
με τόσα περιστατικά, με τόσα πράγματα.

Κ' αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο για μένα.

Στο παραπάνω ποίημα, που είναι και από τα τελευταία του, ο Καβάφης μας παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο έβλεπε το περιβάλλον στο οποίο ζούσε. Ένα περιβάλλον που το δημιούργησε ο ίδιος «μες σε χαρές και μες σε λύπες. Με τόσα περιστατικά, με τόσα πράγματα». Και μετά τη δημιουργία, μετά τη φόρτωση δηλαδή του περιβάλλοντος με τα περιστατικά και τα πράγματα του ποιητή, ακολουθεί η αισθηματοποίησή του: «Κ' αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο για μένα». Θα μπορούσε ίσως να πει: σε δημιούργησα και σ' αισθηματοποίησα. Όμως λέει: σε δημιούργησα κι εσύ αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο για μένα. Και αυτό είναι πιθανό να μεταφράζεται ως εξής: σε έφτιαξα κι εσύ ανταπέδωσες σε μένα, το δημιουργό σου, το «αίσθημα» που νόμιζα πως δεν σου έδωσα όταν σε έφτιαχνα.

Καβάφης - Η ταινία

Για να παρακολουθήσετε την ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, πατήστε εδώ

Κ. Π. Καβάφης - Ποιήματα

Για να μεταβείτε στον επίσημο διαδικτυακό τόπο για τον ποιητή Καβάφη, πατήστε εδώ

Ο φιλοσοφικός Καβάφης


Ο φιλοσοφικός ΚαβάφηςΚαβάφης… Ένας πολυδιάστατος ποιητής που προβλημάτισε με την εκκεντρική δημιουργικότητά του και εξακολουθεί να προκαλεί πνευματικά το αναγνωστικό κοινό ακόμα και σήμερα, ενάμιση αιώνα μετά τη γέννησή του. Το 2013, το αποκαλούμενο και ως «έτος Καβάφη», έρχεται να φωτίσει τις ήδη λαμπρές αλλά και τις ανεξιχνίαστες όψεις αυτού του διεθνούς πλέον φήμης και υπόληψης Έλληνα ποιητή. Το συγκεκριμένο αφιέρωμα αποτελεί ένα ταξίδι στις σημαντικότερες φιλοσοφικές πτυχές του έργου του, που τον καταξιώνουν ως ένα διαχρονικό ποιητή, ο οποίος με τη σειρά του ταξίδεψε στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης και μας παραδίδει τους καρπούς της αναζήτησής του.


Η κριτική του φιλοσοφικού έργου του Καβάφη

 Ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες φιλοσόφους του 20ου αιώνα, ο Ε. Π. Παπανούτσος, θα ήταν αδύνατο να μην εκτιμήσει τη γνήσια φιλοσοφική διάσταση του καβαφικού έργου. Στο βιβλίο του, «Παλαμάς, Καβάφης, Σικελιανός», αναφέρεται ειδικά στον «διδακτικό Καβάφη» εξυμνώντας τις αρετές του:
«Χωρίς φόβο να θεωρηθεί κανείς ασυγχώρητα υπερβολικός, μπορεί να υποστηρίξει ότι σαν διδακτικός ποιητής ο Καβάφης είναι ο ποιητής της αξιοπρέπειας. Μιας αξιοπρέπειας που έχει τόσο μεγαλύτερο ηθικό ύψος, όσο από τη βάση της λείπει κάθε θρησκευτική βεβαιότητα, κάθε προσδοκία αμοιβής, η ελπίδα οποιασδήποτε επιτυχίας, και ολόκληρη θεμελιώνεται απάνω σε μια γενναία και αποφασιστικήν επιβεβαίωση του ανθρώπινου μέσα στον άνθρωπο. Αυτό τον ανώτερο ηθικό τόνο, αυτή τη σεμνήν έπαρση της ηθικής υπεροχής κανένας διδακτικός ποιητής δεν μας την έδωσε τόσο υποβλητικά και πειστικά και τόσο «ελληνικά» όσο ο Καβάφης.»